Άφιξη
Αναχώρηση
Ενήλικες
Παιδιά
Το µεγαλύτερο και λαµπρότερο κέντρο του Μινωικού Πολιτισµού, η Κνωσός, βρίσκεται 5 χλµ. νότια από το ιστορικό κέντρο της πόλης του Ηρακλείου. Στον χώρο, στην ανατολική πλευρά του λόφου, όπου βρίσκονται σήµερα τα ερείπια της µινωικής Κνωσού, έχουν βρεθεί ίχνη νεολιθικής εγκατάστασης που χρονολογούνται από το 6000 π.χ. Στο πολύπλοκο σύστηµα διαδροµών και στα δαιδαλώδη διαµερίσµατα πολλοί ερευνητές αναγνώρισαν τον αρχαίο “λαβύρινθο”. Μπορεί η έννοια του λαβύρινθου να είναι ένα µυθολογικό κατάλοιπο ενός µεγάλου πολιτισµού αυτό όµως δε σηµαίνει ότι δεν ανταποκρίνεται στην αρχιτεκτονική δοµή που ο σύγχρονος επισκέπτης αντικρίζει κατά την επίσκεψη του στην Κνωσό.
Οι πολύπλοκοι διάδροµοι και τα κλιµακοστάσια που ένωναν σε ορισµένες περιπτώσεις µέχρι και πέντε ορόφους, διαµορφώνουν ένα πραγµατικά λαβυρινθώδες συγκρότηµα στο οποίο ο επισκέπτης µπορεί να θαυµάσει σημαντικές αρχιτεκτονικές καινοτομίες όπως π.χ. δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, φωταγωγούς για τον φωτισµό και αερισµό των χαµηλότερων επιπέδων, διαμερίσματα µε µπάνια και χώρους υγιεινής που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν σε ευρηματικότητα από τις σύγχρονες κατασκευές. Το σηµαντικότερο όµως στοιχείο του ανακτόρου της Κνωσού είναι το γεγονός ότι στην δοµή του ο σύγχρονος έµπειρος µελετητής ανιχνεύει τη δοµή µιας συγκροτηµένης πόλης που αναπτύσσεται µε κέντρο την µεγάλη αυλή-πλατεία. Γύρω από την κεντρική αυλή θα συναντήσουµε σε σαφώς διαφοροποιηµένα κτιριακά σύνολα, τις διάφορες λειτουργίες, που υποδηλώνουν την πολυπλοκότητα του κτηρίου, όπως χώροι δηµόσιων και θρησκευτικών τελετών, αποθήκες, εργαστήρια, κατοικίες, µικρότερες αυλές, διάδροµοι επικοινωνίας κ.α. Το πρώτο ανάκτορο κτίστηκε περίπου το 2000 π.Χ. Σύμφωνα με την παράδοση το ανάκτορο της Κνωσού αποτέλεσε την έδρα του βασιλιά Μίνωα. Tο παλαιό ανάκτορο στο νότιο άκρο της πόλης και καταστράφηκε από σεισμό γύρω στο 1900 π.X. Αμέσως επισκευάστηκε, αλλά καταστράφηκε για δεύτερη φορά από σεισμό, περίπου το 1700 π.X. Ο ενιαίος σχεδιασμός που παρουσιάζουν Φαιστός και Μάλια έρχονται σε αντίθεση με το πρώτο ανάκτορο της Κνωσού που κατασκευάστηκε ίσως με την ενοποίηση σημαντικών συγκροτημάτων της προανακτορικής εποχής. Στο σχεδιασμό του αποφεύχθηκαν γενικά οι ευθείς διάδρομοι. Τα στοιχεία αυτά, μαζί με την πολύπλοκη αρχιτεκτονική του δομή, δικαιολογούν τον κρητικό μύθο του Λαβύρινθου. Αμέσως μετά οικοδομήθηκε το νέο ανάκτορο, μεγαλοπρεπέστερο, στα μέσα του 15ου αιώνα π.X. Αχαιοί ηγεμόνες κάθονται πλέον στην αίθουσα του θρόνου του ανακτόρου, οι οποίοι ως απόλυτοι κυρίαρχοι ελέγχουν όλο το νησί. Το ανάκτορο καταστρέφεται και πάλι στα μέσα του 14ου αιώνα π.X. (Yστερομινωική Εποχή IIIA), αυτή τη φορά από πυρκαγιά, και έκτοτε παύει να λειτουργεί ως ανακτορικό κέντρο. Από τα λαµπρά ανάκτορα της Μινωικής Κνωσού διασώζεται στους Ελληνικούς χρόνους ο θρύλος του βασιλιά Μίνωα και στους µμεταγενέστερους πλέον χρόνους αυτός ο θρύλος θα δώσει το έναυσµα για τις πρώτες προσπάθειες ανασκαφής που επιχειρήθηκαν από τον Ηρακλειώτη Μίνωα Καλοκαιρινό το 1878. Αυτός που έµελλε να φέρει στο φως, στο σύνολο τους, τα ερείπια της Κνωσού είναι ο σπουδαίος Άγγλος αρχαιολόγος Σερ Άρθουρ Εβανς, ο οποίος άρχισε συστηµατικές ανασκαφές το 1900 που διήρκεσαν έως το 1931. Στα τριάντα χρόνια ανασκαφικών εργασιών αποκαλύφθηκαν στο σύνολο και οι προηγούµενες φάσεις του ανακτόρου µε σηµαντικά ευρήµατα από τις διάφορες περιόδους κατοίκησης του χώρου. Στην βάση της συστηµατικής ανασκαφής του ο σερ Άρθουρ Εβανς επιχείρησε και τη µερική αποκατάσταση του ανακτόρου χρησιµοποιώντας σύγχρονα υλικά και σε ορισµένες περιπτώσεις προχώρησε στη συµπλήρωση ολόκληρων τµηµάτων που διακρίνουµε σήµερα. Ο ρισµένοι επιστήµονες θεωρούν υπερβολικές αυτές τις παρεµβάσεις οστόσο, από πολλούς αρχαιολόγους εκφράζεται η άποψη ότι οι αναστηλωτικές παρεµβάσεις του Έβανς δεν είναι αυθαίρετες και αποδίδουν ως ένα βαθµό την εικόνα που θα είχαν τα ανάκτορα την εποχή της ακµής τους